δεξιοφανής

δεξιοφανής
δεξιοφανής, -ές (Α)
1. (για εικόνες σε καθρέφτη) αυτός που δεν παρουσιάζεται ανεστραμμένος
2. όποιος δεν παράγει εικόνα ανεστραμμένη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δεξιός + -φανής < εφάνην (αόρ. τού φαίνομαι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • δεξιοφανῆ — δεξιοφανής not reversed neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) δεξιοφανής not reversed masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) δεξιοφανής not reversed masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δεξιοφανεῖς — δεξιοφανής not reversed masc/fem acc pl δεξιοφανής not reversed masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • δεξιός — ά, ό και δεξύς, ιά, ύ (ή δεξής, ιά, ί) και δεξός, ά, ό (AM δεξιός, ά, όν) Ι. 1. (για τα μέλη τού σώματος) αυτός που βρίσκεται στο μισό μέρος όπως χωρίζεται με μια νοητή κάθετη γραμμή από το αριστερό μέρος (στο οποίο ακούγονται οι παλμοί τής… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”